Tα ΓΡΑΣΕΠ δεν λειτουργούν πια!

Θεωρώ χρέος μου να σας ανακοινώσω ότι τα ΓΡΑΣΕΠ δεν λειτουργούν πια. Η θητεία όσων τα υπηρετήσαμε έληξε στις 31 Αυγούστου 2011. Δεν υπάρχει καμία επίσημη ανακοίνωση για το μέλλον αυτών των δομών. Δεν απαντά επίσης κανείς, για το τι σχεδιάζει το Υπουργείο σχετικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες Συμβουλευτικής Επαγγελματικού Προσανατολισμού στην Eκπαίδευση. Όσοι υπηρετήσαμε τα ΓΡΑΣΕΠ επιστρέφουμε στην οργανική μας θέση. Ωστόσο το blog αυτό θα λειτουργεί με το όνομά του, όσο το τοπίο είναι ακόμα αδιευκρίνιστο. Αργότερα βλέπουμε!

Κάνοντας τον προσωπικό μου απολογισμό, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω όλους για τα όσα μου δώσατε. Τα χρόνια που έζησα μαζί σας ήταν όμορφα και ελπίζω και δημιουργικά. Σας είμαι ευγνώμων. Ζήσαμε μαζί χαρούμενες αλλά και δύσκολες στιγμές και ελπίζω να στάθηκα αντάξια των προσδοκιών σας. Σας ευχαριστώ που με εμπιστευτήκατε, που μοιραστήκατε μαζί μου φόβους, αγωνίες, ανησυχίες και προβληματισμούς. Αποχωρώντας από το ΓΡΑΣΕΠ σήμερα το μόνο που μπορώ να πω για μένα είναι ο στίχος του ποητή. " Τούτες τις πέτρες τις εσήκωσα όσο βάσταξα". Επιστρέφω στην οργανική μου θέση στο 6ο Γυμνάσιο Πατρών, στο οποίο για χρόνια υπηρέτησα επίσης με πολύ αγάπη. Δεν λυπάμαι που φεύγω από το ΓΡΑΣΕΠ, γιατί η Συμβουλευτική είναι κάτι που υπηρετώ,άτυπα έστω, πολύ πριν γίνουν τα ΓΡΑΣΕΠ και θα συνεχίσω και μετά από αυτά. Όμως θα μου λείψετε και θα σας σκέφτομαι πάντα με πολύ έγνοια και αγάπη. Εύχομαι σε όλους καλή τύχη στη ζωή σας και φυσικά επιτυχία στους στόχους σας. Η δική μας επικοινωνία ελπίζω ότι δεν θα σταματήσει έτσι και αλλιώς.(Ζήτω η τεχνολογία!) Σας χαιρετώ και στέλνω σε όλους την αγάπη μου μαζί με τις ευχές μου για "Καλή και Δημιουργική Σχολική Χρονιά"

Κυριακή 5 Ιουνίου 2011

H διαπολιτισμική διάσταση της εκπαίδευσης στην ανάπτυξη της κοινωνικής ταυτότητας των μαθητών στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία . Μαρία Παππά

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Όπως στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, έτσι και σήμερα, η Ευρώπη βρίσκεται σε πλήρη μετασχηματισμό. Την εποχή εκείνη, μέσα από τη λαίλαπα της βιομηχανικής επανάστασης, γεννήθηκε το «κοινωνικό ζήτημα», που έμελλε να αλλάξει την πορεία της παγκόσμιας ιστορίας με την εξάπλωση του αιτήματος για πιο δίκαιες μορφές κοινωνικής και οικονομικής διαβίωσης. Δύο αιώνες μετά, η μεγάλη πρόκληση του νέου μετασχηματισμού της Ευρώπης αφορά πρωτίστως τον εκδημοκρατισμό, αλλά και την υπεράσπιση της πολιτικής πέραν του εθνικού κράτους, προσαρμοσμένη στις επιταγές της πολυπολιτισμικής συμβίωσης, της αλληλοκατανόησης και της διαπολιτισμικής ανοχής. Ο κόσμος μοιάζει σήμερα με ένα χωριό. Ως άτομα και ως κοινωνικό σύνολο βιώνουμε αυτή την παγκοσμιότητα με κύρια γνωρίσματα την αμοιβαιότητα, την αλληλεπίδραση και την αλληλεξάρτηση, τη διεθνοποίηση στους τομείς της οικονομίας, της τεχνολογίας, της επιστήμης, της ανάπτυξης των μέσων επικοινωνίας και ενημέρωσης, τη διασπορά των πολιτισμικών στοιχείων και την ενίσχυση της κινητικότητας των ανθρώπων. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο άνθρωπος ζει σήμερα σε μια οικουμενική κοινότητα (Θεοφιλίδης 2005) και ότι δέχεται τα αποτελέσματα μιας παγκόσμιας πολιτισμικής όσμωσης, η οποία διαμορφώνει αναλόγως την κοινωνική του ταυτότητα και γενικά ζωή του.
Η πολυπολιτισμικότητα των σύγχρονων κοινωνιών, ως αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης και της μετακίνησης πληθυσμών, έχει δημιουργήσει μια νέα πραγματικότητα και νέες προκλήσεις στην επίσημη εκπαίδευση, τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και σε εθνικό, για τη διάσωση του ανθρώπινου προσώπου με σεβασμό στη διαφορετικότητα και για την αξιοποίηση όλου του ανθρώπινου δυναμικού προς όφελος των ατόμων αλλά και των κοινωνιών

1.Το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης. Προσδιορίζοντας την έννοια παγκοσμιοποίηση

Ο όρος παγκοσμιοποίηση εμφανίστηκε στην ξενόγλωσση βιβλιογραφία στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Άρχισε να χρησιμοποιείται συστηματικά τη δεκαετία του 1970 και παγιώθηκε στην επιστημονική, πολιτική και οικονομική ορολογία στις αρχές της δεκαετίας του 1990.Το επίθετο global έχει την έννοια του παγκόσμιου, αλλά και του συνολικού-καθολικού και τη διττή αυτή έννοια έχει και ο όρος globalization, όπως χρησιμοποιείται σήμερα.
Παγκοσμιοποίηση είναι η αντίληψη και οργάνωση του κόσμου ως ενιαίου.
Ο όρος αντίληψη αναφέρεται στην πνευματική και συμβολική διάσταση της παγκοσμιοποίησης, ενώ ο όρος οργάνωση αναφέρεται στη θεσμική και λειτουργική οργάνωση του κόσμου και περιλαμβάνει και την οικονομία.
Η παγκοσμιοποίηση είναι μόνο ένα οικονομικό φαινόμενο, πολιτικό, τεχνολογικό, πολιτιστικό ή όλα αυτά μαζί;
Ο Beck σημειώνει “Η παγκοσμιοποίηση είναι σίγουρα η συχνότερα χρησιμοποιούμενη – λανθασμένα – και σπανιότερα ερμηνευόμενη, η πιο παρερμηνευμένη, σκοτεινή και με τη μεγαλύτερη πολιτική ισχύ λέξη των τελευταίων, αλλά και των επόμενων χρόνων..”

Τα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της παγκοσμιοποίησης είναι τα παρακάτω.
1. Οι ριζικές τεχνολογικές αλλαγές που βρίσκονται σε μια διαρκή εξέλιξη, διαμορφώνουν ένα νέο τεχνολογικό και οικονομικό πρότυπο που στηρίζεται στη γνώση, στην πληροφόρηση, την μικροηλεκτρονική, την καινοτομία. Η τεχνολογική ανάπτυξη και ο ανταγωνισμός, που έχει στόχο την κυριαρχία πάνω στις τεχνολογικές εξελίξεις, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο για την οικονομική και πολιτική ισχύ του σύγχρονου κράτους-έθνους.
2. Η πλήρης απελευθέρωση που ισχύει για την κίνηση των κεφαλαίων σε παγκόσμια κλίμακα, μέσω των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων. Ο έλεγχος που μπορεί να ασκηθεί από τα κράτη προέλευσης στις επιχειρήσεις αυτές έχει γίνει πλέον σχετικός.
3. Η κυρίαρχη θέση που καταλαμβάνει σήμερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα στην παγκόσμια οικονομία. Μέσω των χρηματιστηρίων και των διεθνών τραπεζών διακινούνται σε καθημερινή βάση τεράστια ποσά, που αντιστοιχούν στον εθνικό προϋπολογισμό ενός ισχυρού οικονομικά κράτους, όπως π.χ. η Γαλλία. Το χρηματιστικό κεφάλαιο αποκτά πλήρη αυτονομία και κυριαρχεί πάνω στο επενδυτικό κεφάλαιο.
4. Οι οικονομικές αυτές δραστηριότητες συνοδεύονται από την απελευθέρωση αγορών, προϊόντων, και υπηρεσιών, που λειτουργούσαν μέχρι τώρα σε εθνικό πλαίσιο, όπως οι τηλεπικοινωνίες, οι μεταφορές, οι τουριστικές υπηρεσίες, οι ασφάλειες, ο αγροτικός τομέας.
5. Διαμορφώνονται παγκόσμια δίκτυα επικοινωνίας, πληροφόρησης, ενημέρωσης, τα οποία επιτρέπουν την άμεση πρόσβαση στη γνώση και στην πληροφορία. Μηδενίζονται κατ΄ αυτό τον τρόπο οι γεωγραφικές και χρονικές αποστάσεις, όμως ταυτόχρονα υπάρχει ένας βομβαρδισμός πληροφοριών που δυσκολεύεται να επεξεργαστεί ο σύγχρονος πολίτης. Τα μέσα μαζικής επικοινωνίας αποτελούν νέες κυρίαρχες εξουσίες στη σύγχρονη κοινωνία.
6. Η ελευθερία μετακίνησης των κεφαλαίων σε παγκόσμια κλίμακα, σε συνδυασμό με τον ανταγωνισμό στον τομέα της τεχνολογίας και της τεχνογνωσίας, οδήγησε σε μια τεράστια πίεση πάνω σε μισθούς και στα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων στις αναπτυγμένες χώρες.

2. Παγκοσμιοποίηση και τοπικοί πολιτισμοί

Αναρωτιέται κανείς αν μέσα στο νέο τοπίο έχουν θέση οι τοπικοί πολιτισμοί ή ποιες θα είναι στο μέλλον οι μεταβολές στο πολιτικό και πολιτιστικό τοπίο.
Το έθνος- κράτος παύει πια να είναι πανίσχυρο, η στρατιωτική ισχύς των κρατών που ήταν θεμελιώδους σημασίας για την κρατική εξουσία έχει περιορισμένη χρησιμότητα, τα παραδοσιακά όργανα άσκησης πολιτικής υπονομεύονται και κυρίαρχη ρυθμιστική δύναμη καθίσταται η οικονομία και η οικονομική διπλωματία.
Σήμερα πλέον ανεξάρτητα από τους ιδεολογικο-πολιτικούς προσανατολισμούς των εθνικών πολιτικών, ανεξάρτητα από τις δεξιές ή αριστερές ρητορείες, όλα συγκλίνουν σε μια αγοραστική πολιτική, όπου τα πάντα παιδεία, πολιτισμός, κοινωνική πρόνοια , περιβάλλον, ηθικές και πνευματικές αξίες, εθνικοί πολιτισμοί, ανθρώπινες αξίες και ιδανικά τα πάντα θυσιάζονται στο βωμό της παραγωγής, του ανταγωνισμού και του κέρδους.
Μέσα σε αυτό το τοπίο εγείρονται εύλογα προβληματισμοί για το αν η παγκοσμιοποίηση συμβάλλει στην ειρήνευση των λαών, στη συμφιλίωση και την αμοιβαία κατανόηση ή αν τελικά επιβάλλεται ο πολιτισμός του οικονομικά ισχυρού, όπου λησμονείται και εγκαταλείπεται ο άνθρωπος που τελικά συνθλίβεται στις συμπληγάδες των ραγδαίων αλλαγών και της κατασκευασμένης αβεβαιότητας
Τελικά μήπως οι ανθρωπιστικές αξίες καλούνται να παίξουν το ρόλο της Ιφιγένειας μέσα στον κόσμο του σκληρού οικονομικού ανταγωνισμού, με σκοπό να πνεύσει ούριος άνεμος για να πλεύσει η τριήρης της παγκοσμιοποίησης.
( Μπρούζος 2007)
Φαίνεται ότι στις μελλοντικές Ευρωπαϊκές κοινωνίες πρόκειται να υπερισχύσει μια υπηκοότητα που θα απορρέει εκ της παραμονής, που θα βασίζεται στο δίκαιο του εδάφους και όχι υπηκοότητα εκ καταγωγής, που θα απέρεε από το δίκαιο του αίματος. ( Νικολάου 2007)Αυτές οι νέες συνθήκες δεν πρέπει να διαταράξουν την κοινωνική συνοχή και την αλληλεγγύη μεταξύ των πολιτών. Σε έναν κόσμο που γίνεται όλο και περισσότερο σύνθετος οι απόψεις του απομονωτισμού ή του αφομοιωτισμού αντιπαλεύουν αλλά καμιά από αυτές δεν αποτελούν λύση στα μεγάλα ζητήματα που θέτει η σύγχρονη πραγματικότητα. Το νέο και το ξένο έρχεται σε επαφή με το πνεύμα και την ιστορία του κάθε λαού, ο οποίος μέσα από τις αρχές, τις αξίες και τις παραδόσεις του θα πρέπει να διαλεχθεί και να συνυπάρξει με το καινούργιο. Ο ρόλος ,που καλείται να διαδραματίσει η εκπαίδευση στον τομέα αυτό, είναι τεράστιας σημασίας για την κριτική ενσωμάτωση και την ουσιαστική συνύπαρξη των λαών, στη νέα οικουμενική πραγματικότητα που διαμορφώνεται. Τίποτε ιδιαίτερα ισχυρό πολιτισμικά που μιλάει στις ψυχές των ανθρώπων δεν πρόκειται να αφανιστεί, αλλά και τίποτε δεν θα μπορέσει να σταθεί στο μέλλον από τα παραδοσιακά επικρατούντα έχοντας ως μόνο στήριγμα τη νομοθετική ως τώρα κατοχύρωση του.
«Η θάλασσα μεγαλώνει μα το μελάνι σώνεται. Είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια αφτιασίδωτα, γιατί αλλιώς η ψυχή μας αύριο μεθαύριο κάνει πανιά».
Ο στίχος αυτός του Σεφέρη ίσως να είναι προφητικός. Αν κάθε λαός καταφέρει να πει τα λιγοστά του λόγια αφτιασίδωτα,χωρίς προσπάθειες επιβολής, αλλά κομίζοντας την αλήθεια του με αξιοπρέπεια δεν κινδυνεύει από την αφομοίωση και την ισοπέδωση. Απλά πρέπει σε τέτοιες εποχές όχι απλά να μιλάει για την αλήθεια του, αλλά να ζει την αλήθεια του με λογισμό και με όνειρο.

3. Πολυπολιτισμικότητα και Ελληνική Σχολική πραγματικότητα

Το πολυπολιτισμικό προφίλ της σύγχρονης Ελληνικής κοινωνίας αποτελεί αποκύημα των πολιτικών και κοινωνικο-οικονομικών συγκυριών της Ιστορίας.
Μεγάλος αριθμός μεταναστών και προσφύγων διαφόρων εθνικών και πολιτισμικών προελεύσεων μετατρέπει τη χώρα μας από χώρα τροφοδότη μεταναστών προς τις αναπτυγμένες οικονομικά χώρες της Δυτικής Ευρώπης και της Αμερικανικής Ηπείρου σε χώρα υποδοχής μεγάλου αριθμού μεταναστών και προσφύγων.
Η Ελλάδα μέχρι και την δεκαετία του 1960 αποτελούσε κυρίως χώρα εξαγωγής μεταναστών. Από τις αρχές όμως του 1970 ξεκινάει το ρεύμα των παλιννοστούντων Ελλήνων εξαιτίας της γενικότερης οικονομικής κρίσης που υπέστησαν όλες οι βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες αλλά και λόγω της ενθάρρυνσης της παλιννόστησης για οικονομικούς και δημογραφικούς λόγους, εκ μέρους των τότε Ελληνικών κυβερνήσεων. Την τελευταία εικοσαετία παρατηρείται η συνεχής αύξηση του αριθμού των αλλοδαπών, νόμιμων και μη, στην Ελλάδα. Η κατάρρευση του πολιτικού καθεστώτος στην Αλβανία, η πολιτική κρίση στις ανατολικές ευρωπαϊκές χώρες, οι προσφερόμενες διευκολύνσεις στους Έλληνες κατοίκους της πρώην ΕΣΣΔ, και η οικονομική κρίση των ασιατικών χωρών είχαν ως αποτέλεσμα την εισροή στην Ελλάδα αντίστοιχων πληθυσμιακών ομάδων. Επιπλέον, η έντονη παρουσία μειονοτήτων, όπως αυτή των μουσουλμάνων και των τσιγγάνων, σε ορισμένες περιοχές, καθιστούν τον ελληνικό σχολείο και την εκπαίδευση γενικότερα ως χώρο που σαφέστατα δεν μπορεί να θεωρηθεί πολιτισμικά ουδέτερος. Από το 1990 στον χώρο του Ελληνικού σχολείου οι Αλβανοί μαθητές καλύπτουν περίπου το 83% όλων των αλλοδαπών μαθητών, οι προερχόμενοι από την πρώην Σοβιετική Ένωση το 8,5%, οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι το 4,91% και οι Ασιάτες το 2,40% (Νικολάου, 2007). Έτσι λοιπόν η Ελλάδα,ως κράτος-μέλος πλέον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετατρέπεται σε μια πολυπολιτισμική - πολυγλωσσική κοινωνία, που απαιτεί την κατάλληλη αποδοχή και την αποτελεσματική αντιμετώπιση των καινούργιων και συνεχών προκλήσεων που πηγάζουν από την εμφάνιση των νέων αυτών πολιτισμικά και γλωσσικά διαφοροποιημένων ομάδων Όλα αυτά αντανακλούν στην εικόνα του Ελληνικού Σχολείου στο οποίο επέδρασαν καταλυτικά με αποτέλεσμα ο σημερινός μαθητικός πληθυσμός να χαρακτηρίζεται από τη διαφορετικότητα. Η εικόνα του ελληνικού σχολείου κατά την τελευταία δεκαετία άλλαξε και εξακολουθεί να αλλάζει. Αν συγκρίνουμε για παράδειγμα μια τάξη του 1980 με μια του 2008 θα διαπιστώσουμε ενδεχομένως τα εξής: Οι μαθητές του 1980 προέρχονταν από κοινή εθνική καταγωγή κατά κανόνα και συνήθως ανά περιοχή κατά πλειοψηφία προέρχονταν από το ίδιο κοινωνικο-οικονομικό στρώμα. Είναι πιθανό να έμεναν με τους γονείς και τα αδέρφια τους και συνήθως ο πατέρας ήταν αυτός που εργάζονταν και τροφοδοτούσε οικονομικά την οικογένεια. Οι μονογονεϊκές οικογένειες σαφώς και υπήρχαν, αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό από σήμερα και συνήθως για άλλους λόγους. Οι πολιτισμικές αξίες ήταν κατά κανόνα κοινές, η ιστορία αποτελούσε συνδετικό κρίκο παρά τη διαφορετική ερμηνεία που μπορεί να έδινε κάποιος σε γεγονότα της, η θρησκευτική αναφορά κοινή πλην ελάχιστων μικρών μειοψηφιών. Αντίθετα στην τάξη του 2008 αρκετοί μαθητές διαφέρουν, ως προς την εθνική καταγωγή και την κοινωνικο-οικονομική προέλευση. Μπορεί να ζουν σε οικογένειες οι οποίες έχουν χωρίσει και ζουν σε διαφορετικούς τόπους για καθαρά οικονομικούς λόγους, συνήθως αν οι γονείς είναι μαζί εργάζονται και οι δύο και δεν είναι λίγες οι φορές που η εργασία τους δεν είναι αντίστοιχη με μορφωτικό τους επίπεδο. Η γλώσσα που μιλιέται στην οικογένεια δεν είναι πάντα η Ελληνική, όπως συνέβαινε κατά κανόνα στη δεκαετία του 1980 και οι πολιτισμικές αναφορές της οικογένειας διαφέρουν από εκείνες της Ελληνικής κοινωνίας του παρελθόντος. Η ιστορική και θρησκευτική αναφορά δεν αποτελεί πια συνδετικό κρίκο, αλλά αιτία προβληματισμού. Η σχετική ομοιογένεια που υπήρχε στην τάξη της δεκαετίας του 1980 είναι πια παρελθόν και μέσα στα νέα αυτά δεδομένα θα πρέπει η διαφορετικότητα να αποτελέσει αφορμή για αποδοχή και συνύπαρξη, φυσικά μέσα από μια νέα αντίληψη για την πορεία των λαών. Μια πορεία στην οποία οι πάντες θα γίνονται σεβαστοί και δεν θα αισθάνονται οι μειοψηφίες ότι εκμηδενίζονται, αλλά ούτε και οι πλειοψηφίες ότι με άλλοθι τις μειοψηφίες, οι οποίες ας σημειωθεί ότι εργασιακά δεν γίνονται σεβαστές, πολιτισμικά να τους επιβάλλεται μια πολυπολιτισμική άνευρη μάζα, όπου οι άνθρωποι θα αντιμετωπίζονται μόνο ως παραγωγικές μονάδες, χωρίς να καλύπτονται οι εσωτερικές υπόλοιπες ανάγκες του.
Η έννοια της παγκοσμιοποίησης ενέχει μια πολιτισμική διάσταση που αποσκοπεί στην ομογενοποίηση των πολιτών του κόσμου. Η ομογενοποίηση επιτυγχάνεται με τη διάδοση και την αποδοχή κυρίαρχων προτύπων πολιτισμικών, κοινωνικών, γλωσσικών, ιδεολογικών. Προς αποφυγή της ομογενοποίησης αναδεικνύεται καθοριστικός ο ρόλος του Σχολείου, ως φορές προετοιμασίας των μαθητών με πολυπολιτισμική προέλευση, για την ομαλή ένταξή τους στην κοινωνία.( Μπρούζος .2007) Σε έναν κόσμο που γίνεται όλο και περισσότερο σύνθετος και μέσα στον οποίο μπορούμε να ζούμε μαζί με τους άλλους, η απόκτηση διαπολιτισμικών δεξιοτήτων επικοινωνίας είναι το κατεξοχήν ζητούμενο. Το σύγχρονο Σχολείο καλείται να στηρίξει αυτή την απαίτηση μέσα από τη διαπολιτισμική αγωγή που καλείται να προσφέρει.
4.Διαπολιτισμικότητα- Διαπολιτισμική εκπαίδευση και συγκρότηση κοινωνικής ταυτότητας.
Είναι κατ΄ αρχήν απαραίτητο να οριοθετήσουμε εννοιολογικά τη διαπολιτισμικότητα και τη διαπολιτισμική εκπαίδευση. Ταυτόχρονα ιστορικά να δούμε την προέλευση και τα αποτελέσματα της στη βοήθεια που παρέχει στους εκπαιδευόμενους για συγκρότηση κοινωνικής ταυτότητας. Ο όρος διαπολιτισμικότητα είναι από τους πλέον ταλαιπωρημένους παλινδρομώντας μεταξύ πολιτισμικού οικουμενισμού και πολιτισμικής σχετικότητας, έχοντας στο μεταξύ φλερτάρει τόσο με την αφομοιωτική όσο και με τη διαχωριστική –πολυπολιτισμική θεώρηση.
Ο πολύς κόσμος τον αντιλαμβάνεται ως με τον οποιοδήποτε τρόπο ενασχόληση με τα θέματα της ετερότητας και τη διαχείρισή της. Ειδικά στο χώρο της εκπαίδευσης η διαπολιτισμικότητα συνδυάζεται με την παρουσία αλλοδαπών μαθητών στα σχολεία μας και παραπέμπει αυτονόητα στην εκπαίδευση των μαθητών αυτών .
Ωστόσο η διαπολιτισμικότητα είναι ένας από τους πολλούς τρόπους διαχείρισης της πολυπολιτισμικότητας και δεν θα πρέπει να συγχέεται με την αφομοίωση αλλά ούτε και με τον πολιτισμικό σχετικισμό. Μια αφομοιωτική πολιτική δεν δέχεται την ετερότητα ως ενδεχόμενη κατάσταση και προσπαθεί μέσα από ιδεολογικούς και διοικητικούς μηχανισμούς να την εξισορροπήσει, όταν αυτή προκύπτει , με την ομογενοποίηση. Στον πολιτισμικό σχετικισμό πάλι, έχουμε ακριβώς το αντίθετο. Η ισότητα των πολιτισμών αποτελεί τη θεμελιώδη θέση αυτής της κατεύθυνσης.
Στη διαπολιτισμική θεωρία αντίθετα η έμφαση δίνεται στη γνωριμία και στην αλληλεπίδραση μεταξύ των διαφόρων πολιτισμών που συνθέτουν μια κοινωνία.
Οι βάσεις πάνω στις οποίες αρθρώνεται η διαπολιτισμική προσέγγιση είναι:
1. Η αναγνώριση της ετερότητας
2. Η κοινωνική συνοχή
3. Η ισότητα
4. Η δικαιοσύνη.
Υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει την πρόθεση να αμφισβητήσει τη νομιμοποίηση του εθνικού κράτους, η δυναμική σχέση που μπορεί να αναπτυχθεί μέσα από την αλληλεπίδραση των ατόμων , προσανατολίζεται μάλλον σε πολιτικές ένταξης εκ της παραμονής και όχι εκ της καταγωγής και περιστρέφεται γύρω από τις έννοιες
• Της συμμετοχής σε μια συλλογικότητα με συμμετοχή στο κοινωνικό γίγνεσθαι, αλλά και συμμετοχή στο παραγόμενο προϊόν της εθνικής ταυτότητας
• Της πρόσβασης, με την έννοια της ισότητας των ευκαιριών και της αξιοκρατίας και τέλος
• Της ευθύνης, με την έννοια της συνείδησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από το ανήκειν σε μια συλλογικότητα.
Στην εκπαίδευση η διαπολιτισμικότητα αποδεχόμενη την ετερότητα ως υπαρκτή κατάσταση , η οποία μπορεί να είναι πιο έντονη στις μέρες μας αλλά υπήρχε διαχρονικά, θέτει ως προτεραιότητα τη δημιουργία εκείνου του σχολικού περιβάλλοντος που χαρακτηρίζεται από
1. Την αποδοχή και το σεβασμό της ιδιαιτερότητας του άλλου
2. Τη δημιουργία κλίματος επικοινωνίας , εμπιστοσύνης και συνεργασίας
3. Τη φροντίδα για παροχή ίσων ευκαιριών πρόσβασης στη γνώση, αλλά και την κοινωνική, οικονομική και πολιτισμική ζωή.
4. αυτό δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μέσα από τη συνύπαρξη και τη συνεκπαίδευση όλων των παιδιών, μέσα σε ένα σχολικό περιβάλλον όπου δεν θα επικρατούν σχέσεις επιβολής του ισχυρότερου, αλλά θα αντλεί περιεχόμενο από το δημοκρατικό πνεύμα της ισονομίας, της ισοπολιτείας, και της ισότιμης αντιμετώπισης. Εκεί όπου υπάρχει πρόβλημα γλώσσας δεν μπορεί το σχολείο να εξαντλεί την παρέμβασή του μόνο στην εκμάθηση της γλώσσας.
Ο Μάρκου επισημαίνει ότι “ οι αλλόφωνοι μαθητές φοιτούν στο σχολείο όχι μόνο για να μάθουν τη γλώσσα αλλά για τους ίδιους λόγους που φοιτούν και όλοι οι υπόλοιποι μαθητές: Για να μορφωθούν”.
Γίνεται έτσι αντιληπτό ότι οι θέσεις αυτές για τη διαπολιτισμική αγωγή ανατρέπουν παγιωμένες αντιλήψεις για την εκπαίδευση των μαθητών με πολιτισμικές ιδιαιτερότητες. Επομένως κάθε σχολείο, είτε φοιτούν σε αυτό αλλοδαποί , παλλινοστούντες ,τσιγγάνοι ή μουσουλμάνοι μαθητές, είτε όχι , είναι εν δυνάμει διαπολιτισμικό , με την έννοια ότι οφείλει να καλλιεργεί ένα συγκεκριμένο και σαφώς προσδιορισμένο έθος , το οποίο συνάδει με τις αρχές και τις αξίες του πολιτισμού μας αφενός και αφετέρου με αυτές της διαπολιτισμικότητας (Νικολάου 2007)
Επομένως οι σκοποί της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης είναι:
• Πρώτα και κύρια, η προώθηση βασικών ικανοτήτων για αποτελεσματική λειτουργία και δράση στο σημερινό πολύπλοκο κόσμο. Ανάμεσα στις ικανότητες αυτές ξεχωριστή θέση πρέπει να έχει η κριτική σκέψη, η αυτόνομη κρίση, η απελευθέρωση από προκαταλήψεις και δογματισμούς, η αυτόβουλη διαμόρφωση προτύπων ζωής.
• Έπειτα, κυριαρχικό ρόλο πρέπει να έχει η καλλιέργεια διανοητικών και ηθικών αρετών, ανάμεσα στις οποίες ξεχωριστή θέση πρέπει να έχουν η αγάπη για την αλήθεια, η ανοιχτή διάθεση στον κόσμο, η αντικειμενικότητα, η διανοητική περιέργεια, η ταπεινοφροσύνη και ο σεβασμός των άλλων ανθρώπων.
• Τέλος, η διαπολιτισμική εκπαίδευση πρέπει να εισάγει στο πολιτισμικό κεφάλαιο του ανθρώπινου γένους. Πρέπει να διευρύνει τις προτιμήσεις και ευαισθησίες των μαθητών και να τους βοηθήσει να εκτιμήσουν την ενότητα και πολυμορφία του ανθρώπινου γένους.
Με απλά λόγια, η διαπολιτισμική εκπαίδευση πρέπει να εξανθρωπίσει το μαθητή και όχι απλώς να τον κοινωνικοποιήσει. Πρέπει να τον βοηθήσει να εκτιμήσει ορθά τη γλώσσα, την ιστορία, τη γεωγραφία, τον πολιτισμό, τη θρησκεία και τις κοινωνικές δομές του δικού του πολιτισμού αλλά και εκείνου άλλων εθνοτικών ομάδων.
Σύμφωνα με τα παραπάνω η διαπολιτισμική αγωγή συμβάλλει στην άρση των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων που υπάρχουν μέσα από την καλύτερη γνωριμία του άλλου, τον οποίο εξ αιτίας αυτής της άγνοιας τον κατηγοριοποιούμε, τον ερμηνεύουμε και τον κατατάσσουμε, συχνά με αυθαίρετο τρόπο. Έτσι θα αποφευχθεί η διάκριση όταν φτάσουμε στο επίπεδο της δράσης και δεν θα μιλάμε για διάκριση που προκύπτει από την προκατάληψη. Αποδυναμώνοντας το ρόλο των στερεοτυπικών αντιλήψεων προφυλάσσει τόσο τα άτομα όσο και τις κοινωνίες από του να τους αποδοθούν στιγματισμένες ταυτότητες, θεωρώντας ότι κάποιοι άνθρωποι ανήκουν σε υποτιμημένες ομάδες επειδή είναι ξένοι, φτωχοί ή θύματα των πολιτικών και κοινωνικών ανακατατάξεων, που συνέβησαν στον κόσμο κατά τις τελευταίες δεκαετίες. (Ξ. Χρυσοχόου 2008) Οι δραστηριότητες ενός αναλυτικού προγράμματος προσανατολισμένου στον αντιρατσισμό επιτρέπουν στους μαθητές να δείξουν το σεβασμό τους στα άτομα και τις ομάδες και να κατανοήσουν ότι όλοι οι λαοί και όλοι οι πολιτισμοί είναι αλληλένδετοι και αλληλοεξαρτώμενοι, αφού αποτελούν μέρος της παγκόσμιας κοινότητας. Δεν υπάρχουν βιολογικές διαφορές ανάμεσα στο σύγχρονο και τον πρωτόγονο άνθρωπο, αλλά οι μεταξύ τους διαφοροποιήσεις έχουν πολιτισμικό χαρακτήρα (Vygotsky). Άλλωστε η κοινωνική ταυτότητα αποτελεί κοινωνικό προϊόν γνώσης. Είναι δηλαδή εκείνο το κομμάτι του εαυτού που απορρέει από τη γνώση του ατόμου ότι είναι μέλος μιας κοινωνικής ομάδας (ή ομάδων), σε συνδυασμό με την αξία και τη συναισθηματική σημασία που αποδίδονται σε αυτή την υπαγωγή. Είναι η ψυχολογική δομή που εγκαθιδρύει τη σχέση μεταξύ του ατόμου και της ομάδας και επιτρέπει τις διομαδικές συμπεριφορές Με άλλα λόγια η γνώση για τον εαυτό είναι κάτι που δημιουργείται κοινωνικά και συλλογικά. Για τη θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας, τα άτομα μαθαίνουν τον εαυτό τους, επικυρώνουν τις πεποιθήσεις τους και κατανοούν τον κόσμο μέσα από συγκρίσεις ( Χρυσοχόου 2008) Σκοπός της εκπαίδευσης είναι να προφυλάξει το άτομο από το να δημιουργήσει αρνητική κοινωνική ταυτότητα ή να το βοηθήσει να την αποκαταστήσει αν έχει δημιουργηθεί.Ο τρόπος που το άτομο αποκαθιστά μια αρνητική κοινωνική ταυτότητα εξαρτάται από την αντίληψη του κοινωνικού κλίματος. Τρεις διαστάσεις του κοινωνικού κλίματος είναι σημαντικές: η διαπερατότητα των ορίων ανάμεσα στις ομάδες, η σταθερότητα της θέσης της ομάδας που ανήκει κάποιος και η νομιμότητα του συστήματος που τοποθετεί την ομάδα κάποιου σε κατώτερη θέση από άλλες ομάδες.
Αν τα όρια ανάμεσα στις ομάδες θεωρούνται διαπερατά τότε κάποιος, που συγχρόνως δεν θεωρεί πολύ ισχυρό το δεσμό του με την ομάδα του, μπορεί να περάσει σε άλλη ομάδα. Αν τα όρια θεωρούνται μη διαπερατά και συγχρόνως υπάρχει ισχυρός δεσμός ανάμεσα στα μέλη της ομάδας, τότε είναι πιο πιθανό να επιλεγούν συλλογικές στρατηγικές, είτε γνωστικές (προσπάθεια βελτίωσης της θέσης της ομάδας σε γνωστικό επίπεδο με την εφεύρεση ενός εναλλακτικού κριτηρίου κοινωνικής σύγκρισης) είτε συμπεριφορικές (κοινωνικός ανταγωνισμός και συγκρούσεις). Αυτό εξαρτάται κι από το πόσο σταθερή θεωρείται η θέση της ομάδας και πόσο νόμιμο το σύστημα ή η διαδικασία που η ομάδα βρέθηκε σε χαμηλή θέση.
Η διαπολιτισμική εκπαίδευση είναι αυτή που έρχεται να στηρίξει τον κάθε μαθητή, αποδεχόμενη τη διαφορετικότητά του και ενθαρρύνοντας τον να συμμετέχει, να μπολιάζει με τις ιδέες και τη δράση του τη συνολική δράση της κοινότητας, να ενεργεί ως πλήρως ενταγμένο μέλος στην κοινωνία που ζει. Έτσι θα του επιτραπεί να αναπτύξει την προσωπικότητά του, μακριά από προκαταλήψεις, ώστε να μπορεί να αγωνίζεται και να ελπίζει για τον εαυτό του, νιώθοντας ότι δεν εξωθείται στο περιθώριο. Οι διαφορετικές ταυτότητες έτσι μπορούν να χαρακτηρίζονται για τη μεταξύ τους αλληλεπίδραση και να μη λειτουργούν απομονωμένα και ξεχωριστά η μία από την άλλη.Οι μαθητές της «κρατούσας πλειοψηφίας» θα γνωρίσουν τις συνθήκες που επικρατούν στις χώρες καταγωγής των μεταναστών. Θα κατανοήσουν έτσι ότι η απόφαση των ενηλίκων να έλθουν ακόμη και παράνομα στην Ευρώπη, συχνά μαζί με τα παιδιά τους, είναι λογική πράξη που οφείλεται στις οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές και άλλες δυσκολίες που επικρατούν στον τόπο τους .
Θα βοηθηθούν έτσι να καταλάβουν ότι «οι άλλοι» , οι όποιοι «άλλοι» δεν αποτελούν απειλή, αλλά είναι άνθρωποι που χρειάζονται τα ίδια με όλους. Χρειάζονται αποδοχή, αξιοπρέπεια και την παραχώρηση της δυνατότητας να αναπτύξουν τα ατομικά τους χαρακτηριστικά
5.Η Πολυπολιτισμική εκπαίδευση στον κόσμο
.Η πολυπολιτισμική εκπαίδευση (multicultural education) πρωτοεμφανίστηκε στην Αμερική κατά τη δεκαετία του 1960 ως απάντηση στις κινητοποιήσεις και τα αιτήματα των εθνικών μειονοτικών ομάδων και κυρίως των Αφροαμερικανών για πολιτικά δικαιώματα και κατάργηση των διακρίσεων στην εκπαίδευση, την εργασία και την αντιπροσώπευση και συμμετοχή τους στις κοινωνικές δομές.. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ασχολείται ήδη με τα προβλήματα των μεταναστών και των μετακινούμενων πληθυσμών από το 1968. Στο άρθρο 12 του κανονισμού 1612/68 (19.10.1968) προβλέπεται ότι τα παιδιά ενός πολίτη που ανήκει σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εργάζεται σε άλλη χώρα της Ε.Ε., εισάγονται στα ίδια εκπαιδευτικά ιδρύματα, με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τους υπηκόους του κράτους αυτού. Το να είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε μαζί με άλλους δεν είναι ατυχία, όπως έχουμε συνηθίσει άκριτα να πιστεύουμε, αλλά μοναδική ευκαιρία να αναγνωρίσουμε και να αναστοχαστούμε πάνω στον εαυτό μας. Είναι μία ευκαιρία αξιοποίησης των καρπών - -και των κακών ακόμη- της συμβίωσης και κοινής ιστορικής εμπειρίας, που από κανένα άλλο προϊόν της παγκόσμιας πολιτισμικής υπεραγοράς δεν μπορεί να υποκατασταθεί. Ρυθμίζοντας αυτό που πραγματικά είμαστε μέσω της ουσιαστικής αντιπαραβολής με όλους τους ιστορικούς μας συνταξιδιώτες ίσως βοηθήσουμε να γίνει κάποια μέρα ο βάτραχος πάλι πρίγκιπας, αλλά πρέπει να πείσουμε την πριγκίπισσα να φιλήσει το βάτραχο. Πρόσφατα η άποψη ένα σχολείο για όλα τα παιδιά (παιδιά μειονοτήτων, ανάπηρα, αλλόθρησκα, κορίτσια/αγόρια,παιδιά αλλοδαπών κ.ά.) συναντά όλο και μεγαλύτερη αποδοχή.
Με την Πράσινη βίβλο του 1977 διαμορφώθηκε πληρέστερα η διαπολιτισμική εκπαίδευση, ορίστηκαν οι αρχές πάνω στις οποίες αυτή εδράζεται και υπογραμμίστηκε, ότι η παρουσία εθνικών μειονοτήτων έχει επιπτώσεις στην εκπαίδευση όλων των μαθητών και ότι τα σχολεία πρέπει να βοηθήσουν τους μαθητές να κατανοήσουν την πολυεθνική φύση της κοινωνίας.
Στον υπόλοιπο κόσμο και ιδιαίτερα στον Καναδά, η διαπολιτισμική εκπαίδευση άντλησε τις αρχές της από την Κοινωνική Ψυχολογία και έχει ως στόχο της να βοηθήσει τους μαθητές να βιώσουν θετικά τις εθνικοπολιτισμικές τους ταυτότητες, αλλά και τις πολιτισμικές τους ετερότητες, με απώτερο στόχο τη διαπολιτισμική αρμονία.
Στην Αυστραλία αναγνωρίστηκε το 1982 η εθνοτική πολυμορφία ως βασικό κοινωνικό γνώρισμα και διατυπώθηκε η αξίωση προστασίας και στήριξης της με πολιτικά μέσα
Στην Ελλάδα με το Νομοθετικό Διάταγμα 339/74 δημιουργούνται τα Σχολεία Παλιννοστούντων μαθητών στην Αττική και την Θεσσαλονίκη όπου εγγράφονται παιδιά ελληνικής καταγωγής που ανήκουν σε οικογένειες επαναπατριζόμενων Ελλήνων της διασποράς. Αρχικά φοιτούν αγγλόφωνοι παλιννοστούντες μαθητές - στα σχολεία της Αττικής και γερμανόφωνοι - στα σχολεία της Θεσσαλονίκης, όπου αργότερα μπορούσαν να εγγραφούν ρωσόφωνοι και αλβανόφωνοι μαθητές
Η διδασκαλία των μαθητών στα σχολεία αυτά δε φαίνεται να υποστηρίχθηκε από κατάλληλο, εξειδικευμένο αναλυτικό πρόγραμμα και ανάλογο εκπαιδευτικό υλικό και για τούτο ήταν αναποτελεσματική η προετοιμασία τους για την παρακολούθηση τους σε κανονικές τάξεις. Η προσπάθεια δε αυτή για την ενσωμάτωση τους στο Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αποδυνάμωνε κάθε εκπαιδευτική πρακτική δίγλωσσης εκπαίδευσης για την οποία, ούτως ή άλλως δεν υπήρχε σαφής προσανατολισμός (Ματθαίου, Καρατζία-Σταυλίωτη και Σπινθουράκη, 2001).
Το 1980 εγκαινιάζεται ο θεσμός των Τάξεων Υποδοχής ενώ το 1983 ο θεσμός των Φροντιστηριακών Τμημάτων. Οι Τάξεις Υποδοχής λειτουργούν ως παράλληλες βοηθητικές τάξεις όπου η παρακολούθηση τους διαρκεί από μερικούς μήνες έως δύο σχολικά έτη. Τα Φροντιστηριακά Τμήματα έχουν ως στόχο την επιπρόσθετη βοήθεια στους αδύνατους μαθητές. Κύριος σκοπός και των δύο θεσμών είναι η υποστήριξη των παλιννοστούντων και αλλοδαπών μαθητών ώστε να «προσαρμοστούν» στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα με έμφαση στην παροχή γλωσσικής εκπαίδευσης και επάρκειας στα Ελληνικά. Ωστόσο, απουσιάζουν μέτρα που να αφορούν στις ευρύτερες εκπαιδευτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές προσδοκίες των διαφόρων μαθητικών ομάδων στα σχολεία που έχουν διαφοροποιημένα πολυπολιτισμικά χαρακτηριστικά (Λαμπρόπουλος, Σπινθουράκη και Καρατζιά-Σταυλιώτη, 2001).
Το 1996 ψηφίζεται ο νόμος 2413 για την «εκπαίδευση των ομογενών και την Διαπολιτισμική Αγωγή» και αφορά την εκπαίδευση των παλιννοστούντων παιδιών στην Ελλάδα και των παιδιών στις χώρες υποδοχής του εξωτερικού.
Σκοπός της «Διαπολιτισμικής Αγωγής», όπως ορίζεται από τον νόμο, είναι η ίδρυση σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τα οποία ακολουθούν το πρόγραμμα των αντίστοιχων δημόσιων σχολείων, διαμορφωμένο με βάση τις κοινωνικοπολιτιστικές και μορφωτικές ιδιαιτερότητες των μαθητών τους. Το πλαίσιο εφαρμογής των προβλέψεων αυτών του νόμου δεν έχει ποτέ πλήρως εξειδικευτεί, παρόλο που οι γενικές του αρχές δε φαίνεται να αντιμετωπίζουν βασικά προβλήματα, εκτός του ότι είναι πολύ γενικές. Η πρώτη «κίνηση» για την ίδρυση Διαπολιτισμικών σχολείων ήταν η «μετονομασία» των σχολείων των Παλινοστούντων σε Διαπολιτισμικά και οι σχετικές διαφοροποιήσεις σε θέματα που αφορούν τη δυνατότητα εγγραφής μαθητών σε αυτά ( Σπινθουράκη, 2001).
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια φαίνεται να είναι παρόμοια με εκείνα που αντιμετώπισαν στο παρελθόν η Αγγλία και η Αυστραλία. Γι' αυτό πρέπει να υπάρχει ελληνόγλωσση εκπαίδευση με συστηματική διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας. Το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών πρέπει να αναγνωρίζει τη διαφορετικότητα όλων των ανθρώπων όσον αφορά τη φυλή, το φύλο, την κοινωνική τάξη ή το εθνοπολιτισμικό υπόβαθρό του.

6. Συμβουλευτική και συγκρότηση ταυτότητας με σεβασμό στη διαφορετικότητα.

Στόχος κάθε συμβουλευτικής διαδικασίας είναι ο άνθρωπος και η παροχή βοήθειας προς αυτόν με σκοπό τη θεραπεία και την ανάπτυξή του, τη δυνατότητά του για επιτυχέστερη αντιμετώπιση προσωπικών, αλλά και κοινωνικών, προβλημάτων.
Στο κριτικό - αναπτυξιακό μοντέλο, η βαρύτητα δίνεται στον άνθρωπο και στην αγωγή του με στόχο την ανάπτυξή του. Ως βασικοί στόχοι του είναι αφενός η ανάπτυξη της αυτογνωσίας των ατόμων και, αφετέρου, η ανάπτυξη εκείνων των κοινωνικών δεξιοτήτων που, στη συνέχεια, θα επιτρέψουν στο άτομο να λειτουργεί ως κριτικός και ενεργός πολίτης. Η Συμβουλευτική ως επιστήμη είναι κλάδος διεπιστημονικός. Η φύση του κλάδου αυτού χαρακτηρίζεται από διαπολιτισμικότητα, ιδιαίτερα όπως φαίνεται σαφώς από τις βασικές δεξιότητες Συμβουλευτικής.
Ο σεβασμός και η αποδοχή του άλλου χωρίς όρους, η αναγνώριση του δικαιώματος του άλλου να είναι διαφορετικός χωρίς να ενοχλεί η διαφορετικότητά του,η ενσυναίσθηση, οι στάσεις και οι αξίες που εξερευνώνται και κατανοούνται ιστορικά, γεωγραφικά, πολιτισμικά και πολιτικά με ευρύτητα, η δυνατότητα να διαβάζει κανείς τα κοινωνικά ζητήματα κριτικά και να παρεμβαίνει με στόχο τις κοινωνικές αλλαγές είναι από τις βασικές δεξιότητες που καλείται να διαθέτει και να αναπτύσσει συνεχώς ο Σύμβουλος Επαγγελματικού προσανατολισμού. Γίνεται φανερό ότι βρίσκεται στην καρδιά του ζητήματος της διαπολιτισμικότητας και καλείται να προσφέρει με τη στάση του στην κριτική ενσωμάτωση του «άλλου».
Άλλωστε ποιος είναι «ο άλλος». Άλλος είναι το κάθε άτομο το οποίο κατανοείται σε πολλά επίπεδα. Το μικροεπίπεδο, το μισοεπίπεδο και το μακροεπίπεδο. ( Κοσμίδου 2008) Στο μικροεπίπεδο το οποίο αφορά στον εσωτερικό πολιτισμό κάθε ατόμου στο οποίο συνυπάρχουν υποπροσωπικότητες . Καθένας από εμάς, λοιπόν, σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, είναι πράγματι ένα "πλήθος". Η παρατήρηση και η αναγνώριση των υποπροσωπικοτήτων μας σε μια ψυχοσυνθετική πορεία δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται από τάση αξιολογική, αλλά από στάση γνήσια ‘διαπολιτισμική’ .
Το δεύτερο, το μεσοεπίπεδο, αφορά στη συνδιαλλαγή και στην επικοινωνία των ατόμων μεταξύ τους. Αν δεχθούμε, δηλαδή, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ότι ο καθένας και η καθεμία από εμάς διαθέτει ποικίλες «μικροκουλτούρες», τότε θα πρέπει να δεχθούμε ότι και η οποιαδήποτε συνδιαλλαγή ή επικοινωνία μας με τους άλλους ενέχει μια θεμελιώδη διάσταση διαπολιτισμικότητας, καθώς ο «μικροπολιτισμός» του ενός ατόμου συναντάται με το «μικροπολιτισμό» του άλλου. Τούτο ισχύει ακόμα και σε εκείνη την περίπτωση όπου αλληλεπιδρούν δύο άτομα, τα οποία προέρχονται από ένα φαινομενικά κοινό πολιτισμικό πλαίσιο. ( Κοσμίδου 2008) Τέλος, στο τρίτο επίπεδο πολιτισμού, στο μακροεπίπεδο, θεωρούμε ότι η διαπολιτισμικότητα μπορεί να ορισθεί με τη συνήθη έννοια του όρου, δηλαδή ως συνάντηση διαφορετικών μεταξύ τους πολιτισμών. Επιπλέον, στο μακροεπίπεδο δεν μπορούμε να αγνοήσουμε όλες εκείνες τις δυνάμεις που ασκούνται πάνω στο άτομο στο ευρύτερο κοινωνικό, πολιτισμικό, πολιτικό και εθνικό επίπεδο σε συγκεκριμένα κοινωνικά πλαίσια και σε συγκεκριμένες ιστορικές στιγμές. ( Κοσμίδου 2008)
Γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω ότι αυτός ο κόσμος ο μικρός ο μέγας του καθενός σε έναν κόσμο οικουμενικό ζητά τη θέση του, ζητά να ενταχθεί κοινωνικά, να αλληλεπιδράσει, να δώσει και να πάρει .
Η Συμβουλευτική διαδικασία, ως μια δυναμική διαδικασία που καλείται να αποκωδικοποιεί τα μηνύματα των καιρών προτάσσοντας το σεβασμό στην προσωπικότητα του άλλου, καλείται να γίνει το όχημα που θα συμβάλλει στην ένταξη των ατόμων στην νέα κοινωνική πραγματικότητα, όπως διαμορφώνεται. Οι συνθήκες των αγορών αλλάζουν, τα κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα διαφοροποιούνται καθημερινά αλλά αυτό που δεν αλλάζει είναι πάντα η ανάγκη του ανθρώπου πέρα από φυλή, εθνική καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία, φύλο να ζήσει και να αναπτυχθεί. Στο σύγχρονο σύνθετο τοπίο της κατασκευασμένης αβεβαιότητας μέσα στο οποίο ο άνθρωπος νιώθει αποξενωμένος από τη φύση, το Θεό, τον εαυτό του και ανασφαλής για το μέλλον του, χρειάζεται απόλυτα να βρει τον εαυτό του, να αναγνωρίσει την ετερότητά του και να μπορέσει έτσι να σεβαστεί την ετερότητα του άλλου. Χρειάζεται δηλαδή να συγκροτήσει μια ταυτότητα με αρχές , αξίες και αποδοχή της διαφορετικότητας του άλλου. Γιατί μόνο έτσι θα καταφέρει να σταθεί και να μην εκμηδενίζεται συνεχώς μέσα σε ένα κόσμο ιδιαίτερα ανταγωνιστικό και ταυτόχρονα πολύγλωσσο, πολύχρωμο και πολυσύνθετο

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα που διαμορφώνεται από τα τέλη του 20ου και στην αυγή του 21ου αιώνα είναι μια πολυσύνθετη πραγματικότητα με φοβερή κινητικότητα των λαών Στον αιματοβαμμένο αιώνα που πέρασε, η ανθρωπότητα γνώρισε τόσο ραγδαίες μεταβολές σε όλα τα πεδία που ίσως σε κανένα προηγούμενο αιώνα δεν είχε γνωρίσει. Ο κόσμος μίκρυνε πολύ, η τεχνολογία άλλαξε το τοπίο και ο άνθρωπος φαίνεται να μην έχει λύσει τα σοβαρότατα βιωτικά αλλά και τα βαθύτατα υπαρξιακά προβλήματα του. Ίσως περισσότερο από ποτέ είναι αναγκαία η νοηματοδότηση της ζωής του, η οποία φαίνεται να συνθλίβεται τουλάχιστον στη φάση αυτή του μετασχηματισμού της ανθρωπότητας. Η Εκπαίδευση αλλά ειδικότερα η συμβουλευτική αν δεν θέλει να είναι μια αναγκαία γαρνιτούρα στην πορεία απανρθωποποίησης του ανθρώπου, η ψευδαίσθηση των ανίσχυρων ότι η μοίρα τους είναι στα χέρια τους ( Αντόρνο 1967) καλείται να στηρίξει τους ανθρώπους όπου γης, με σεβασμό στις ανάγκες τους και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Καλείται να καταθέσει λόγο αλήθειας , ενώ παράλληλα δεν θα αγωνίζεται μόνο για την προσαρμοστικότητα των ατόμων αλλά και για την ανάδειξη αρχών και αξιών που σέβονται τον άνθρωπο και προάγουν το βιωτικό του επίπεδο.
Η πολυπολιτισμικότητα ως πραγματικότητα φοβίζει τον κόσμο. Οι διεργασίες που απαιτούνται για την κριτική ενσωμάτωση απαιτούν χρόνο και σεβασμό που δεν υπάρχει πάντα. Δυστυχώς έρευνες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας με σκοπό να διερευνήσουν τον τρόπο με τον οποίο πολιτισμική/εθνοτική ποικιλομορφία επηρεάζει τη ζωή μας στην κοινωνία και κατ’ επέκταση το κοινωνικό κεφάλαιο. (Έρευνα Πότναμ) φανερώνουν ότι η ποικιλομορφία έχει καταστροφικές συνέπειες στο κοινωνικό κεφάλαιο της κοινότητας τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα..
΄Οπως γράφει: « Ιδιαίτερα σημαντικό ήταν το εύρημα ότι στις κοινότητες με μεγάλη ποικιλομορφία υπάρχει μεγαλύτερη έλλειψη εμπιστοσύνης -όχι απλώς μεταξύ ατόμων διαφορετικών εθνοτήτων, αλλά και μεταξύ ατόμων της ίδιας εθνότητας . Σύμφωνα με αυτή την έρευνα, όσο μεγαλύτερη είναι η ποικιλομορφία σε μια κοινότητα τόσο μικρότερος είναι ο αριθμός των ατόμων που ψηφίζουν, που προσφέρονται για εθελοντική εργασία, που συνεισφέρουν σε φιλανθρωπικές ενέργειες και που συμμετέχουν σε κοινοτικές δραστηριότητες.
Επίσης, η ποικιλομορφία οδηγεί και σε υπονόμευση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους γείτονές τους.
΄Ετσι στις γειτονιές που παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη ποικιλομορφία, οι γείτονες εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο κατά 50% λιγότερο σε σχέση με πιο ομοιογενείς κοινότητες.
( Μίχας 2007) Η καχυποψία για το ξένο, το άγνωστο ιδιαίτερα όπως διαμορφώθηκε μετά την 11η Σεπτεμβρίου δεν είναι εύκολο να εκλείψει. Χρειάζεται να δοθεί κατά τη γνώμη μου ηθικό περιεχόμενο στην παρουσία του και στη μοναδικότητα του προσώπου του άλλου. Του «Ξένου» που είναι κυνηγημένος, διωγμένος, προδομένος, βασανισμένος, δικός μας όταν τον χρειαζόμαστε αλλά ένοχος όταν δεν μας ικανοποιεί.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
 Κοσμίδου- Hardy Συμβουλευτική Σημειώσεις Θεωρητικού υλικού σεμιναρίου SOS –Προσανατολισμός Αθήνα 2008
 Ξ. Χρυσοχόου Εξελικτικοί μηχανισμοί και διαδικασίες συγκρότησης των διαστάσεων της κοινωνικής ταυτότητας Σημειώσεις Θεωρητικού υλικού σεμιναρίου SOS –Προσανατολισμός Αθήνα 2008
 Γ. Νικολάου Διαπολιτισμική επικοινωνία στη σχολική τάξη Πρακτικά συνεδρίου ΙΠΟΔΕ Πάτρα 2007
 Μπρούζος Ανδρέας Ο ρόλος του Σχολείου στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία Εκδόσεις ΟΕΕΠΕΚ Αθήνα 2007
 Θεοφιλίδης Χρήστος Πολιτειότητα- πολυπολιτισμικότητα Ο ρόλος και οι ευθύνες της εκπαίδευσης Ομιλία Κύπρος 29-9-2005
 Λαπαβίτσας Κωνσταντίνος ΄Ενα σχολείο για όλα τα παιδιά Πολυπολιτισμική εκπαίδευση στις σύγχρονες κοινωνίες Άρθρο εφημερίδα Μακεδονία Ιουλίου 2007
 Σπινθουράκη, Παπαμιχαήλ, Συνεσίου Δίγλωσσοι μαθητές στο σχολείο: ανασκόπηση των εκπαιδευτικών προσεγγίσεων στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ Πρακτικά συνεδρίου 2001 www.elemedu .upatras.gr.
 Λαμπρόπουλος, Σπινθουράκη και Καρατζιά-Σταυλιώτη, www.elemedu .upatras.gr
 Τ.Μίχα Άρθρο με θέμα Η πολυπολιτισμικότητα οδηγεί στην κοινωνική απάθεια. Ελευθεροτυπία - 12/11/2007
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Εισαγωγή
1.Το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης. Προσδιορίζοντας την έννοια παγκοσμιοποίηση
2.Παγκοσμιοποίηση και τοπικοί πολιτισμοί 3. Πολυπολιτισμικότητα και Ελληνική Σχολική πραγματικότητα 4. Διαπολιτισμικότητα- Διαπολιτισμική εκπαίδευση και συγκρότηση κοινωνικής ταυτότητας.
5.Η Πολυπολιτισμική εκπαίδευση στον κόσμο
6.Συμβουλευτική και συγκρότηση ταυτότητας με σεβασμό στη διαφορετικότητα. Συμπεράσματα Βιβλιογραφία
Περιεχόμενα


Μαρία Παππά 2008

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου